ECOREC

Από την ταφή και την καύση στην ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ

Στη δεκαετία του 80 πολλές περιοχές στην Ευρώπη ζήσαν έντονες αντιπαραθέσεις για τα θέματα της διαχείρισης των οικιακών απορριμμάτων και γενικότερα των αποβλήτων. Στη Γερμανία λειτουργούσαν στα τέλη της δεκαετίας του ΄80 περίπου 3.118 χώροι ταφής για το 90% των 86.000.000 τόνων αποβλήτων. Ένα 9% της ποσότητας αυτής καιγόταν σε εγκαταστάσεις καύσης, ενώ μόνο 1% κατέληγε σε κομποστοποίηση ή ανακύκλωση. 1000 περίπου χώροι ταφής ανήκαν σε ιδιωτικές επιχειρήσεις και δέχονταν περίπου 18.000.000 τόνους αποβλήτων το χρόνο, ενώ 365 δέχονταν οικιακά απόβλητα.

Read MoreΗ δεκαετία του '80 χαρακτηρίζεται από έντονες κοινωνικές συγκρούσεις στη Γερμανία, την Ελβετία και άλλες χώρες για το θέμα της διαχείρισης των αποβλήτων. Τεράστιες διαδηλώσεις διοργανώνονται από πρωτοβουλίες πολιτών και το οικολογικό κίνημα εναντίον της λειτουργίας εγκαταστάσεων καύσης σκουπιδιών ή της λειτουργίας χώρων ταφής. Οι έννοιες «διοξίνες, απορρύπανση, οικολογική διαχείριση αποβλήτων, κύκλος ζωής, οικολογικά ισοζύγια» αποτελούν μέρος των καθημερινών ενδιαφερόντων μεγάλου τμήματος της γερμανικής κοινωνίας, όχι μόνο των ειδικών. Δεκάδες ανεξάρτητα οικολογικά ινστιτούτα δημιουργούνται ως απάντηση στην αυξανόμενη ανάγκη των πολιτών για ανεξάρτητη έρευνα και τεκμηρίωση των προβλημάτων και των εναλλακτικών λύσεων απέναντι στα περιβαλλοντικά προβλήματα.

Το θέμα είναι φλέγον και συμπεριλαμβάνει και την εξαγωγή αποβλήτων σε άλλες χώρες, ιδιαίτερα προς την Αφρική και την Ανατολική Ευρώπη. Όσο αυξάνεται η αντίθεση των πολιτών στις τρέχουσες πρακτικές διαχείρισης των αποβλήτων, δηλαδή την καύση και την ταφή, τόσο αναπτύσσονται εταιρίες που «προθυμοποιούνται» να εξάγουν τα απόβλητα σε άλλες χώρες. Στο χρηματιστήριο της Ζυρίχης από τα τέλη του '70 ευημερούν τέτοιες εταιρίες. Ρίχνεται η πρόταση να μεταφερθούν τεράστιες ποσότητες «προβληματικών» αποβλήτων στη Σαχάρα, στην περιοχή της ερήμου μεταξύ Μαρόκου και Μαυριτανίας. Η μισή κυβέρνηση της Μαυριτανίας είναι «έτοιμη» (με το αζημίωτο) να δεχτεί τα σκουπίδια της Ευρώπης, κυρίως της Γερμανίας. Άλλες επιχειρήσεις σχεδιάζουν μεταφορά της λάσπης από βιολογικούς καθαρισμούς στην Τουρκία. Οι αμερικανοί προτείνουν να… σώσουν τα νησιά Μάρσαλ από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας λόγω «φαινομένου του θερμοκηπίου» κατασκευάζοντας έργα με τα σκουπίδια τους! Στη Γερμανία προτείνονται επενδυτικά σχέδια για τη χρήση της τοξικής στάχτης από τα εργοστάσια καύσης για την κατασκευή δρόμων και λιμανιών στη Μαύρη Θάλασσα και ξενοδοχείων στη Σοβιετική Ένωση. Ακόμα και οι επιθεωρητές της βασίλισσας της Αγγλίας διαπιστώνουν ότι «στα θέματα των αποβλήτων μπαίνουν όλο και πιο πολλοί άσχετοι» και αναφέρονται σε «μια επικίνδυνη Οδύσσεια υλικών ρυπασμένων με κυανιούχα άλατα μεταξύ Βρετανικών νησιών και Ολλανδία». Εμπόριο όπλων και εμπόριο αποβλήτων κάθε είδους συναντώνται, ιδιαίτερα στην Αφρική. Έμπορος όπλων ετοιμάζει πραξικόπημα στην Αγκόλα για να στηρίξει τα σχέδια εξαγωγής για καύση στη χώρα αυτή 5.000.000 τόνων αποβλήτων αντί 2.000.000 δολαρίων. Στην κυβέρνηση της Γουινέα Μπισσάου προτάθηκε από την εταιρία Gianfranco Ambrosini, το 1988, η εξαγωγή 15.000.000 τόνων αμερικάνικων «προβληματικών» αποβλήτων σε χρονικό διάστημα 5 ετών αντί 40 δολαρίων ο τόνος. Το συνολικό «έσοδο» των 600 εκατομμυρίων δολαρίων θα αντιπροσώπευε το τετραπλάσιο του Α.Ε.Π. της χώρας αυτής. Μόνο μια διεθνής καμπάνια απέτρεψε αυτή τη συμφωνία. «Έμποροι αποβλήτων» πρότειναν τη μεταφορά συνολικά 1.000.000 τόνων αποβλήτων σε χώρες, όπως: Αντίκουα, Μπενίν, Γουινέα- Μπισσάου, Μαρόκο, Μαυριτανία, Παναμάς, Περού αλλά τελικά δεν πέτυχαν συμφωνία.

Στην Τουρκία το καλοκαίρι του 1988 αποκλείονται περιοχές γιατί ανακαλύπτονται βαρέλια με τοξικά ιταλικής προέλευσης. Γίνεται προσπάθεια να εξαχθούν στην Τουρκία 100.000 τόνοι λάσπης από βιομηχανίες χρωμάτων, ορυκτελαίων και άλλων αποβλήτων για να καούν σε τσιμεντοβιομηχανία που δεν διαθέτει συστήματα αντιρύπανσης, αντί 40 Μάρκων τον τόνο. Η εταιρία διαχείρισης έχει συμφωνήσει αμοιβή 500-700 Μάρκων/ τόνο, βγάζοντας κέρδος 3.000.000 Μάρκων. Οι διαδηλώσεις στην Τουρκία και τη Γερμανία εξαναγκάζουν το πρώτο φορτίο 1580 τόνων να επιστρέψει από την Ισπάρτα στη Στουτγκάρδη.

Στο Λίβανο ανακαλύπτονται 9000 βαρέλια με τοξικά, στο πλαίσιο ενός κερδοφόρου «εμπορίου αποβλήτων» που αναπτύχθηκε στη διάρκεια του εμφυλίου και χρηματοδοτούσε τις εμπλεκόμενες πλευρές. Ιδιαίτερα επλήγη η υγεία παιδιών. Βλάβες στην υγεία υπέστησαν εργαζόμενοι στη Νιγηρία σε περιοχές με απόβλητα. Σε αποξηραμένη περιοχή του Νίγηρα, κοντά στην πόλη Μπαμάκο βρέθηκαν δεκάδες χιλιάδες μπαταρίες οικιακής χρήσης. Εργαζόμενοι στην Κίνα σε εργοστάσια επεξεργασίας πλαστικών που προέρχονταν από προγράμματα διαλογής στην πόλη Κiel διαμαρτυρήθηκαν για την μεγάλη αύξηση των ασθενειών που παρατηρήθηκε μεταξύ των εργαζομένων. Στη Βραζιλία και στο Χονγκ-Κονγκ υπήρξαν μελέτες που συνέδεσαν την αύξηση των ασθενειών παιδιών που ζούσαν κοντά σε εγκαταστάσεις καύσεις σκουπιδιών με τις εκπομπές των μονάδων που δέχονταν απόβλητα από την βόρεια Αμερική και την Ευρώπη.

44 αναπτυσσόμενες χώρες εκδηλώνουν το ενδιαφέρον τους να εισάγουν επικίνδυνα απόβλητα και απορρίμματα για λίγα …μάρκα, δολάρια ή λίρες. Μετά από σφοδρές αντιδράσεις πολιτών στις χώρες αυτές αλλά και στις βιομηχανικές χώρες, 34 χώρες ήδη στα τέλη της δεκαετίας του '80 είχαν αναγκαστεί να εκδώσουν αποφάσεις για απαγόρευση της εισαγωγής αποβλήτων, πριν συμφωνηθεί η «Συνθήκη της Βασιλείας» για τον περιορισμό της μεταφοράς επικίνδυνων αποβλήτων.

Τα σκάνδαλα των αποβλήτων αποτελούν κεντρικά πολιτικά θέματα τόσο στη Γερμανία όσο και σε άλλες χώρες ήδη από τη δεκαετία του 70, όταν ξέσπασε το σκάνδαλο με τη χωματερή της Κάτω Σαξονίας Muenchehagen. Οι κίνδυνοι για την υγεία από τη διοξίνη και τα άλλα επικίνδυνα δηλητήρια αποτελούν σημαντικό μέρος της πολιτικής αντιπαράθεσης. Το 1984 διαπιστώνεται υψηλή συγκέντρωση διοξινών στα παιδιά στο Αμβούργο εξαιτίας των εκπομπών διοξινών από τις εγκαταστάσεις καύσης σκουπιδιών και τη βιομηχανία Boehringen. Το γερμανικό ραδιόφωνο και ο τύπος ασχολούνται με τις εκπομπές διοξίνης από την μονάδα καύσης ειδικών αποβλήτων στο Wilhelmsburg. Χιλιάδες διαδηλωτές βγαίνουν στους δρόμους και πολιορκούν τις μονάδες. Την εποχή εκείνη λειτουργούν στη Γερμανία 48 εγκαταστάσεις καύσης σκουπιδιών.

Μια εταιρία πουλάει το 1983 πάνω από 30 «ωραίες κατοικίες» που έκτισε σε μια περιοχή του Βielefeld που αγόρασε φτηνά το 1978. Οι κατοικίες αποδεικνύεται ότι έχουν χτιστεί πάνω σε μια χωματερή επικίνδυνων αποβλήτων. Η πόλη αναγκάζεται να καταβάλει 12 εκατομμύρια Μάρκα για να αποζημιώσει 26 από τις 31 οικογένειες. Παρόμοια σκάνδαλα έρχονται στην επιφάνεια και σε άλλες περιοχές: κοντά στο Ντόρτμουντ (Dorstfeld Sued).

Πάνω από 200 τεκμηριωμένες περιπτώσεις ρύπανσης περιοχών σε διάφορες χώρες από μεταφορά αποβλήτων καταγράφηκαν στα τέλη της δεκαετίας του '80. Μόνο μεταξύ 1986-1988 μεταφέρθηκαν στην Ανατολική Ευρώπη στη βάση «διακρατικών συμφωνιών» πάνω από 6.000.000 τόνοι αποβλήτων από τις χώρες της Δύσης. Από τα 5 εκατομμύρια τόνους ειδικών αποβλήτων της Ομοσπονδιακής (τότε) Γερμανίας (1986), περίπου 1,1 εκατομμύρια τόνοι μεταφέρονται σε άλλες χώρες ή καίγονται στα διεθνή ύδατα. Στη χωματερή Schoenberg της Α. Γερμανίας μεταφέρονται την περίοδο εκείνη ετησίως 763.000 τόνοι βιομηχανικών και τοξικών αποβλήτων. Η χωματερή αυτή έκτασης 20.000 τετραγωνικών μέτρων σε κοντινή απόσταση από το Βερολίνο και σε λειτουργία από το 1977 αποτέλεσε για πολλά χρόνια τη μεγάλη εξάρτηση της τότε δυτικογερμανικής βιομηχανίας, της πόλης του Δ. Βερολίνου αλλά και ολόκληρης της Ο.Δ. Γερμανίας. Θα αποδειχθεί με την ενοποίηση της χώρας ως μια από τις πιο ρυπασμένες περιοχές της Ευρώπης και η ενιαία πλέον Γερμανία θα κληθεί να καταβάλει τεράστιο κόστος για τον καθαρισμό και την εξυγίανση της περιοχής.

Εξαιτίας της γεωγραφικής της θέσης αλλά και τον περιορισμό του Δ. Βερολίνου μέσα σε εδάφη της τότε Λ.Δ. Γερμανίας, η χωματερή του Schoenberg στην Α. Γερμανία, τη δεκαετία του '80, δέχεται ετησίως πάνω από 1.000.000 τόνους οικιακών αποβλήτων αντί κόστους 41.000.000 Μάρκων που καταβάλει η κυβέρνηση του Δυτικού Βερολίνου. Από το 1989 περίπου 30.000 τόνοι οικιακών αποβλήτων από την περιοχή της Στουτγάρδης μεταφέρονται στις εγκαταστάσεις αποβλήτων Vorketzin και Schoeneiche στη Λ.Δ. Γερμανίας. Επιπλέον, 40.000 τόνοι ειδικών αποβλήτων καταλήγουν ετησίως από το Δ. Βερολίνο στη χωματερή Vorketzin στο Postdam, από τις αρχές του 70. Το 1989 ξεκινάει η καύση ειδικών αποβλήτων από το Δ. Βερολίνο σε εργοστάσιο καύσης στο Schoeneiche στην Λ.Δ. Γερμανίας. Η Γερουσία του Δ. Βερολίνου επενδύει 69,5 εκατομμύρια Μάρκα στην εγκατάσταση (για την οποία κείται κριτική ότι δεν ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές λειτουργίας μονάδων στην Ο.Δ. Γερμανίας).

Επιπλέον, 65.000 τόνοι ρυπασμένων εδαφών μεταφέρονται στην Ανατολική Γερμανία. Άλλες ποσότητες στέλνονται στη Γαλλία, τη Βρετανία, την Ολλανδία και το Βέλγιο. Το 1989 στέλνονται από τη Γερμανία στο Βέλγιο και απορρίπτονται στη θάλασσα 600.000 τόνοι αποβλήτων της παραγωγικής διαδικασίας διοξειδίου τιτανίου (για χρώματα).

Τον Μάρτιο 1989 η Γερμανική κυβέρνηση δηλώνει στον ΟΗΕ ότι ετοιμάζει νόμο για να απαγορεύσει την εξαγωγή αποβλήτων. Η αλλαγή πολιτικής έχει ξεκινήσει κάτω από την πίεση του οργανωμένου οικολογικού κινήματος και των πρωτοβουλιών πολιτών. Οι υπηρεσίες καθαριότητας του Βερολίνου ανακοινώνουν ότι η ποσότητα των απορριμμάτων μπορεί να μειωθεί κατά 1.110.000 τόνους το χρόνο. Η άρνηση των πολιτών να δεχτούν μονάδες καύσης και ταφής αποβλήτων συνδυάζεται με τη στροφή τους σε πιο υπεύθυνες μορφές κατανάλωσης και στη συμμετοχή τους σε προσπάθειες μείωσης, επαναχρησιμοποίησης και ανακύκλωσης. Το 1991 τίθεται σε εφαρμογή ο πρώτος νόμος για μείωση, επαναχρησιμοποίηση κι ανακύκλωση που άλλαξε τις προτεραιότητες και δημιούργησε μια εντελώς διαφορετική πραγματικότητα. Ο νόμος αυτός αναφέρεται ως «νόμος για την κυκλική οικονομία» γιατί επιδιώκει να εντάξει στην παραγωγική διαδικασία αυτά που μέχρι τότε αντιμετωπίζονταν ως απόβλητα. Η αλλαγή προτεραιοτήτων ήταν ήδη γεγονός χωρίς επιστροφή.

του Νίκου Χρυσόγελου, Χημικού, Υπ. Προγραμμάτων της Οικολογικής Εταιρείας Ανακύκλωσης